1. Λέξη
    ψυχιατρείο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ψυχιατρική - ιατρείο - ψυχιατρικός)
  2. Συνώνυμα
    • ψυχιατρική κλινική
    • ψυχιατρικό νοσοκομείο
    • ασύληψτο
    3
  3. Αντώνυμα
    • σωματικό νοσοκομείο
    • γενικό νοσοκομείο
    2
  4. Ορισμός
    • Ιδρυματικό ή ειδικό νοσοκομείο όπου παρέχονται θεραπευτικές υπηρεσίες σε ασθενείς με ψυχικές διαταραχές.
    • Κλινική ή μονάδα ειδικευμένη στη διάγνωση, θεραπεία και φροντίδα ασθενών με ψυχιατρικές παθήσεις.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο ασθενής νοσηλεύτηκε στο ψυχιατρείο για αρκετούς μήνες.
    • Το νέο ψυχιατρείο διαθέτει σύγχρονες εγκαταστάσεις και εξειδικευμένο προσωπικό.
    2