Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
άλατος (επίθετο) - (παρόμοια:
άλυτος
-
άκατος
)
Συνώνυμα
ανούσιος
αδιάφορος
βαρετός
3
Αντώνυμα
ενδιαφέρων
συναρπαστικός
ζωηρός
3
Ορισμός
Χωρίς γεύση, ανούσιος.
Που δεν προκαλεί ενδιαφέρον ή συναίσθημα.
2
Παραδείγματα
Το φαγητό ήταν άλατο και χωρίς καμία γεύση.
Η ομιλία του ήταν άλατη και κούρασε τους ακροατές.
2