1. Λέξη
    άνεμος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: άνετος - άνεργος - άνεχτος)
  2. Συνώνυμα
    • αέρας
    • πνοή
    • ριπή
    3
  3. Αντώνυμα
    • γαλήνη
    • ηρεμία
    2
  4. Ορισμός
    • Η κίνηση του αέρα, ειδικά όταν είναι αντιληπτή ως ροή.
    • Μια ροή αέρα που δημιουργείται από φυσικές ή τεχνητές αιτίες.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο άνεμος φυσούσε δυνατά και κλονίζει τα δέντρα.
    • Σήμερα ο άνεμος είναι τόσο δυνατός που σηκώνει την άμμο από την παραλία.
    2