Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
άπιαστος (επίθετο) - (παρόμοια:
άπιστος
-
άπληστος
)
Συνώνυμα
ακατάδεκτος
ασυμβίβαστος
δύσκολος
3
Αντώνυμα
ευέλικτος
προσηνής
ευκολοπροσάρμοστος
3
Ορισμός
Που δεν δέχεται εύκολα τις απόψεις ή τις συμβουλές των άλλων.
Που δεν υποκύπτει εύκολα ή δεν προσαρμόζεται.
2
Παραδείγματα
Ο πατέρας μου είναι πολύ άπιαστος στις απόψεις του και δεν αλλάζει γνώμη εύκολα.
Η άπιαστη στάση του δυσκόλεψε τη συνεργασία στην ομάδα.
2