Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αγενής (επίθετο) - (παρόμοια:
ιθαγενής
-
ευγενής
-
ασθενής
)
Συνώνυμα
αγενής
αγενέστατος
αγενέστερος
3
Αντώνυμα
ευγενής
ευγενέστατος
ευγενέστερος
3
Ορισμός
Χαρακτηριστικό κάποιου που δεν έχει ευγένεια ή καλοσύνη.
Που δεν ανταποκρίνεται στις βασικές αρχές της ευγένειας.
2
Παραδείγματα
Ο αγενής τρόπος του με εξέπληξε.
Η αγενής συμπεριφορά του προκάλεσε δυσαρέσκεια.
2