Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αμερικάνικος (επίθετο) - (παρόμοια:
αμερική
-
μεξικάνικος
-
αμερικανική
-
αμερικανικός
)
Συνώνυμα
αμερικανικός
αμερικάνικος
2
Αντώνυμα
μη αμερικανικός
εξωτερικός
2
Ορισμός
που σχετίζεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ή τους κατοίκους τους
που χαρακτηρίζει τον αμερικανικό τρόπο ζωής ή κουλτούρα
2
Παραδείγματα
Το αμερικάνικο πρόγραμμα διαστημικών πτήσεων είναι πολύ προηγμένο.
Η αμερικάνικη κουζίνα περιλαμβάνει πιάτα όπως τα χάμπουργκερ και τα χοτ ντογκ.
2