Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανάστημα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
απόστημα
-
ανάσταση
-
διάστημα
-
ανάσα
-
κατάστημα
)
Συνώνυμα
ύψος
μεγαλείο
ανάπτυγμα
3
Αντώνυμα
χαμηλότητα
μικρότητα
ταπείνωση
3
Ορισμός
Το ύψος ενός ανθρώπου ή πράγματος.
Η εντύπωση μεγαλείου ή υπεροχής που δίνει κάποιος ή κάτι.
Η ανάπτυξη ή η ανάδειξη μιας ιδέας ή ενός έργου.
3
Παραδείγματα
Το ανάστημα του κτιρίου ήταν εντυπωσιακό.
Ο ηγέτης είχε μεγάλο ανάστημα μεταξύ των ανθρώπων του.
Το ανάστημα της δημιουργίας του καλλιτέχνη ήταν αδιαμφισβήτητο.
3