Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανίατος (επίθετο) - (παρόμοια:
ανία
-
ανώτατος
-
ανίκητος
)
Συνώνυμα
αδιάλλακτος
αμείλικτος
ασυμβίβαστος
3
Αντώνυμα
επιεικής
συμβιβαστικός
ελαστικός
3
Ορισμός
Που δεν μπορεί να θεραπευτεί ή να ανακουφιστεί.
Που δεν δείχνει έλεος ή συγχώρεση.
2
Παραδείγματα
Ο γιατρός του είπε ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια.
Ο ανίατος εχθρός του δεν του έδωσε καμία ευκαιρία.
2