1. Λέξη
    ανίατος (επίθετο) - (παρόμοια: ανία - ανώτατος - ανίκητος)
  2. Συνώνυμα
    • αδιάλλακτος
    • αμείλικτος
    • ασυμβίβαστος
    3
  3. Αντώνυμα
    • επιεικής
    • συμβιβαστικός
    • ελαστικός
    3
  4. Ορισμός
    • Που δεν μπορεί να θεραπευτεί ή να ανακουφιστεί.
    • Που δεν δείχνει έλεος ή συγχώρεση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο γιατρός του είπε ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια.
    • Ο ανίατος εχθρός του δεν του έδωσε καμία ευκαιρία.
    2