1. Λέξη
    αναθέσω (ρήμα) - (παρόμοια: αναθέτω - ανακαλέσω)
  2. Συνώνυμα
    • εμπιστεύομαι
    • αποδίδω
    • ορίζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποσύρω
    • αποποιούμαι
    • αρνούμαι
    3
  4. Ορισμός
    • Εντοπίζω ή αναθέτω κάποιο καθήκον ή ευθύνη σε κάποιον άλλο.
    • Αποδίδω ή αναγνωρίζω κάτι σε κάποιον ή κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Θα σας αναθέσω την ευθύνη του έργου.
    • Ανέθεσε την εκπαίδευση των νέων σε έμπειρους εκπαιδευτές.
    2