Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανακηρύσσω (ρήμα) - (παρόμοια:
κηρύσσω
-
αναπτύσσω
)
Συνώνυμα
ανακοινώνω
δηλώνω
αποκαλύπτω
3
Αντώνυμα
αποκρύπτω
κρύβω
σιωπώ
3
Ορισμός
Κηρύσσω επίσημα κάτι, το δηλώνω δημοσίως.
Ανακοινώνω με επίσημο τρόπο μια απόφαση ή μια πράξη.
2
Παραδείγματα
Ο δήμαρχος ανακήρυξε την πόλη ανοιχτή σε όλους τους πολίτες.
Η κυβέρνηση ανακήρυξε την εθνική εορτή.
2