Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αναλύσω (ρήμα) - (παρόμοια:
αναλύω
-
αναλύτρια
)
Συνώνυμα
εξετάζω
μελετώ
διερευνώ
3
Αντώνυμα
συγχωνεύω
αγνοώ
παραβλέπω
3
Ορισμός
Εξετάζω κάτι λεπτομερώς και συστηματικά για να κατανοήσω τη δομή ή τη λειτουργία του.
Διαχωρίζω ένα σύνολο στα συστατικά του μέρη για καλύτερη κατανόηση.
Μετατρέπω μια πολύπλοκη έννοια ή πρόβλημα σε απλούστερες μονάδες.
3
Παραδείγματα
Θα αναλύσω τα αποτελέσματα της έρευνας σε ξεχωριστές κατηγορίες.
Ο δάσκαλος μας ζήτησε να αναλύσουμε το ποίημα στροφή-στροφή.
Προσπαθώ να αναλύσω τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτή την οικονομική κρίση.
3