Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανταπεξέρχομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
ανέρχομαι
-
ανταποκρίνομαι
-
έρχομαι
)
Συνώνυμα
αντιδρώ
αντιμετωπίζω
αντιστέκομαι
3
Αντώνυμα
υποκύπτω
παραδίνομαι
υποχωρώ
3
Ορισμός
Ενεργώ ως απάντηση σε μια επίθεση ή πρόκληση.
Αντιμετωπίζω κάτι με αντιπολίτευση ή αντίσταση.
Επιστρέφω μια πράξη ή μια κίνηση ως απάντηση.
3
Παραδείγματα
Ο παίκτης ανταπεξήλθε με επιτυχία στην επίθεση του αντιπάλου.
Η κυβέρνηση ανταπεξήλθε στις κριτικές με νέα μέτρα.
Όταν με προσβάλλουν, προσπαθώ πάντα να ανταπεξέρχομαι με ηρεμία.
3