Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αντιγράφω (ρήμα) - (παρόμοια:
αντιγραφή
-
αντιγραφέας
)
Συνώνυμα
αντιγράφομαι
μιμούμαι
επαναλαμβάνω
3
Αντώνυμα
εφευρίσκω
δημιουργώ
καινοτομώ
3
Ορισμός
Αντιγράφω σημαίνει να παράγω ένα αντίγραφο ενός έργου ή ενός κειμένου.
Αντιγράφω σημαίνει να μιμούμαι τη συμπεριφορά ή τα χαρακτηριστικά κάποιου άλλου.
Αντιγράφω σημαίνει να επαναλαμβάνω κάτι χωρίς να το μεταβάλλω.
3
Παραδείγματα
Ο μαθητής αντιγράφει τις σημειώσεις του συμμαθητή του.
Η εταιρεία κατηγορήθηκε ότι αντιγράφει τα προϊόντα του ανταγωνιστή της.
Προσπάθησε να αντιγράψει το στυλ γραφής του αγαπημένου του συγγραφέα.
3