1. Λέξη
    αντιγραφή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: αντιγραφέας - αντιγράφω - επιγραφή - απογραφή)
  2. Συνώνυμα
    • αντίγραφο
    • απομίμηση
    • μιμήση
    3
  3. Αντώνυμα
    • πρωτότυπο
    • αυθεντικό
    2
  4. Ορισμός
    • Αντίγραφο είναι ένα ακριβές ή μερικό αντίτυπο ενός πρωτότυπου αντικειμένου, εγγράφου ή έργου.
    • Στον υπολογιστικό τομέα, αντιγραφή αναφέρεται στη διαδικασία αντιγραφής δεδομένων από μια τοποθεσία σε μια άλλη.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το έγγραφο που μου έδωσες είναι μια αντιγραφή του πρωτότυπου.
    • Πρέπει να κάνεις αντιγραφή των αρχείων σου για ασφάλεια.
    2