Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αποδυτήριο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
απολυτήριο
-
αποχωρητήριο
-
αποκαλυπτήριο
-
χυτήριο
)
Συνώνυμα
αποσκευαστήριο
καμαρίνι
αλλαξιερό
3
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Χώρος όπου οι άνθρωποι αλλάζουν ρούχα, συνήθως πριν ή μετά από κολύμπι ή άθληση.
Χώρος σε γυμναστήριο ή πισίνα όπου οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν τα ρούχα τους.
2
Παραδείγματα
Μετά την προπόνηση, πήγα στο αποδυτήριο για να αλλάξω.
Το αποδυτήριο της πισίνας ήταν πολύ καθαρό και οργανωμένο.
2