Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αποσυντίθεμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
αποσυνδέομαι
-
ανατίθεμαι
-
τίθεμαι
-
αντιτίθεμαι
)
Συνώνυμα
διαλύομαι
αποδομώμαι
αποσυνδέομαι
3
Αντώνυμα
συνθέτω
ενώνω
οργανώνω
3
Ορισμός
Να διασπώμαι στα συστατικά μου μέρη.
Να χάνω την αρχική μου δομή ή λειτουργία.
Να υποβάλλομαι σε διαδικασία αποσύνθεσης.
3
Παραδείγματα
Το φύλλο αποσυντίθεται στο έδαφος με την πάροδο του χρόνου.
Η πλαστική σακούλα χρειάζεται πολλά χρόνια για να αποσυντεθεί.
Ο οργανισμός μου φαίνεται να αποσυντίθεται λόγω της ασθένειας.
3