1. Λέξη
    αποσυντίθεμαι (ρήμα) - (παρόμοια: αποσυνδέομαι - ανατίθεμαι - τίθεμαι - αντιτίθεμαι)
  2. Συνώνυμα
    • διαλύομαι
    • αποδομώμαι
    • αποσυνδέομαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • συνθέτω
    • ενώνω
    • οργανώνω
    3
  4. Ορισμός
    • Να διασπώμαι στα συστατικά μου μέρη.
    • Να χάνω την αρχική μου δομή ή λειτουργία.
    • Να υποβάλλομαι σε διαδικασία αποσύνθεσης.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Το φύλλο αποσυντίθεται στο έδαφος με την πάροδο του χρόνου.
    • Η πλαστική σακούλα χρειάζεται πολλά χρόνια για να αποσυντεθεί.
    • Ο οργανισμός μου φαίνεται να αποσυντίθεται λόγω της ασθένειας.
    3