Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανατίθεμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
αντιτίθεμαι
-
αντεπιτίθεμαι
-
διατίθεμαι
-
τίθεμαι
-
μετατίθεμαι
-
εκτίθεμαι
-
αποσυντίθεμαι
-
προτίθεμαι
-
υποτίθεμαι
-
επιτίθεμαι
-
αναθεματίζω
)
Συνώνυμα
εκχωρούμαι
αναθέτομαι
παραδίδομαι
3
Αντώνυμα
αναλαμβάνομαι
αποποιούμαι
2
Ορισμός
Παραδίδομαι σε κάποιον για να με φροντίσει ή να με αναλάβει.
Αναθέτομαι σε κάποιον μια ευθύνη ή δουλειά.
2
Παραδείγματα
Το παιδί ανατέθηκε στη γιαγιά του όταν οι γονείς του έφυγαν για δουλειά.
Η εργασία ανατέθηκε σε μια ομάδα ειδικών.
2