1. Λέξη
    αποτυπώνω (ρήμα) - (παρόμοια: τυπώνω - αποτυγχάνω - αποτελειώνω - αποβιώνω - αποτυχία)
  2. Συνώνυμα
    • καταγράφω
    • αναπαριστάνω
    • απεικονίζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • διαγράφω
    • σβήνω
    • ξεχνώ
    3
  4. Ορισμός
    • Καταγράφω ή αναπαριστώ κάτι με ακρίβεια.
    • Εκτυπώνω ή αφήνω ένα σημάδι σε μια επιφάνεια.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο φωτογράφος κατάφερε να αποτυπώσει τη στιγμή με απίστευτη λεπτομέρεια.
    • Το παπούτσι του αποτύπωσε τα ίχνη του στο βρεγμένο τσιμέντο.
    2