Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αποτυχία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ατυχία
-
αποτυχημένος
-
αποτυπώνω
-
κακοτυχία
)
Συνώνυμα
αποτυχημένη προσπάθεια
αποτυχημένο αποτέλεσμα
αποτυχημένη απόπειρα
3
Αντώνυμα
επιτυχία
κατόρθωμα
νίκη
3
Ορισμός
Η κατάσταση ή το γεγονός του να μην επιτυγχάνεται ένας στόχος ή ένα επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η έλλειψη επιτυχίας σε μια προσπάθεια ή απόπειρα.
2
Παραδείγματα
Η αποτυχία του έργου οφειλόταν σε κακή οργάνωση.
Μετά από πολλές αποτυχίες, τελικά κατάφερε να πετύχει τον στόχο του.
2