Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
απόλαυση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
απόλυση
-
απόφυση
-
απόκρουση
)
Συνώνυμα
ευχαρίστηση
χαρά
ευτυχία
3
Αντώνυμα
δυσφορία
δυσαρέσκεια
ταλαιπωρία
3
Ορισμός
Η αίσθηση της ικανοποίησης και της ευχαρίστησης που προέρχεται από κάτι ευχάριστο.
Η απόλαυση μπορεί να αναφέρεται στη γευστική ευχαρίστηση, αλλά και σε ψυχική ή συναισθηματική ικανοποίηση.
2
Παραδείγματα
Η απόλαυση του καλού φαγητού είναι ανεκτίμητη.
Η απόλαυση της μουσικής τον έκανε να ξεχάσει τα προβλήματά του.
2