Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
απόφυση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
απόλυση
-
απόφαση
-
απόλαυση
-
απόκρουση
)
Συνώνυμα
απόβλητο
παρυφή
υποπροϊόν
3
Αντώνυμα
κύριο προϊόν
βασικό συστατικό
2
Ορισμός
Κάτι που αποκόπτεται ή αποχωρίζεται από το κύριο μέρος.
Παραπροϊόν ή υπολειπόμενο υλικό από μια διαδικασία.
2
Παραδείγματα
Η απόφυση του δέντρου χρησιμοποιήθηκε ως καύσιμο.
Στη βιομηχανική διαδικασία, οι απόφυσεις ανακυκλώνονται.
2