Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αραβικός (επίθετο) - (παρόμοια:
αρχικός
-
αρκτικός
-
αρμονικός
-
αρνητικός
-
αρσενικός
)
Συνώνυμα
μουσουλμανικός
ισλαμικός
αραβόφωνος
3
Αντώνυμα
ελληνικός
δυτικός
χριστιανικός
3
Ορισμός
που σχετίζεται με τους Άραβες ή την αραβική γλώσσα και κουλτούρα
που χαρακτηρίζει τα έθιμα, τη γλώσσα ή τον πολιτισμό των Αράβων
2
Παραδείγματα
Η αραβική γλώσσα είναι πλούσια και πολύπλοκη.
Τα αραβικά γλυκά είναι γνωστά για τη γλυκιά γεύση τους.
2