1. Λέξη
    αρτηριακός (επίθετο) - (παρόμοια: εργαστηριακός - αρτηρία)
  2. Συνώνυμα
    • φλεβικός
    • αγγειακός
    2
  3. Αντώνυμα
    • φλεβικός
    • φλεβώδης
    2
  4. Ορισμός
    • Σχετικός με τις αρτηρίες.
    • Αναφερόμενος στις αρτηρίες.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο ασθενής έπασχε από αρτηριακή υπέρταση.
    • Η αρτηριακή πίεση πρέπει να μετριέται τακτικά.
    2