Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αυστηρός (επίθετο) - (παρόμοια:
αυστηρά
-
αυστραλός
-
αιματηρός
)
Συνώνυμα
αγέρωχος
σκληρός
αμετάπειστος
αδιάλλακτος
4
Αντώνυμα
επιεικής
πράος
ευγενικός
ελαστικός
4
Ορισμός
Που χαρακτηρίζεται από αυστηρότητα ή σκληρότητα.
Που δεν επιτρέπει καμία αποκλίση από τους κανόνες ή τις αρχές.
Που δεν δείχνει καμία επιείκεια ή ευεξία.
3
Παραδείγματα
Ο δάσκαλος ήταν πολύ αυστηρός με τους κανόνες της τάξης.
Η αυστηρή δίαιτα δεν του επέτρεπε να φάει γλυκά.
Οι αυστηροί νόμοι της χώρας αφήνουν λίγο περιθώριο για παραβάσεις.
3