1. Λέξη
    αφαιρούμαι (ρήμα) - (παρόμοια: αιωρούμαι - αφαιρώ)
  2. Συνώνυμα
    • απομακρύνομαι
    • αποσύρομαι
    • αποχωρώ
    3
  3. Αντώνυμα
    • προσκολλώμαι
    • πλησιάζω
    • ενώνω
    3
  4. Ορισμός
    • Να απομακρύνομαι από κάποιον ή κάτι.
    • Να αποσύρομαι από μια κατάσταση ή μια δραστηριότητα.
    • Να αφαιρώ κάτι από κάποιον ή κάτι.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Αφαιρέθηκα από τη συζήτηση για να μην προκαλέσω πρόβλημα.
    • Ο γιατρός του είπε να αφαιρεθεί από τις δραστηριότητες που απαιτούν σωματική προσπάθεια.
    • Αφαιρέθηκε το εξάρτημα από τη συσκευή για επισκευή.
    3