1. Λέξη
    αφαιρώ (ρήμα) - (παρόμοια: αφαιρέσω - αναιρώ - αφαιρούμαι)
  2. Συνώνυμα
    • απομακρύνω
    • αποσπώ
    • καταργώ
    3
  3. Αντώνυμα
    • προσθέτω
    • συνδέω
    • ενσωματώνω
    3
  4. Ορισμός
    • Να αφαιρέσω κάτι από κάποιον ή κάτι.
    • Να μειώσω ή να εξαλείψω κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Θα αφαιρέσω το πλύσιμο από τη λίστα των καθηκόντων σου.
    • Ο γιατρός αφαίρεσε την πληγή με μεγάλη προσοχή.
    2