1. Λέξη
    βαθμός (ουσιαστικό) - (παρόμοια: βαθμίδα - σταθμός)
  2. Συνώνυμα
    • επίπεδο
    • στάθμη
    • κατηγορία
    3
  3. Αντώνυμα
    • αταξία
    • ανοργάνωση
    2
  4. Ορισμός
    • Η θέση ή η κατάσταση κάποιου ή κάτι σε μια κλίμακα ή ιεραρχία.
    • Μια μονάδα μέτρησης θερμοκρασίας, γωνίας ή άλλης ποσότητας.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο βαθμός της επιτυχίας του έργου ήταν πολύ υψηλός.
    • Η θερμοκρασία έφτασε τους 30 βαθμούς Κελσίου.
    2