Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
βαθμός (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
βαθμίδα
-
σταθμός
)
Συνώνυμα
επίπεδο
στάθμη
κατηγορία
3
Αντώνυμα
αταξία
ανοργάνωση
2
Ορισμός
Η θέση ή η κατάσταση κάποιου ή κάτι σε μια κλίμακα ή ιεραρχία.
Μια μονάδα μέτρησης θερμοκρασίας, γωνίας ή άλλης ποσότητας.
2
Παραδείγματα
Ο βαθμός της επιτυχίας του έργου ήταν πολύ υψηλός.
Η θερμοκρασία έφτασε τους 30 βαθμούς Κελσίου.
2