1. Λέξη
    βγαίνω (ρήμα) - (παρόμοια: βαίνω - βγαίνουμε - βγαινω - ξαναβγαίνω - βαραίνω - πηγαίνω)
  2. Συνώνυμα
    • εξέρχομαι
    • αναχωρώ
    • φεύγω
    3
  3. Αντώνυμα
    • μπαίνω
    • εισέρχομαι
    • έρχομαι
    3
  4. Ορισμός
    • Να κινείσαι από το εσωτερικό ενός χώρου προς το εξωτερικό.
    • Να απομακρύνεσαι από ένα συγκεκριμένο σημείο ή θέση.
    • Να εμφανίζεσαι ή να γίνεσαι ορατός.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Βγαίνω από το σπίτι για να πάω στη δουλειά.
    • Ο ήλιος βγαίνει από τα βουνά.
    • Βγήκε νικητής από τον διαγωνισμό.
    3