1. Λέξη
    βιώσιμος (επίθετο) - (παρόμοια: βάσιμος - βιώσω)
  2. Συνώνυμα
    • διατηρήσιμος
    • αειφόρος
    • ανθεκτικός
    3
  3. Αντώνυμα
    • ανεπαρκής
    • μη βιώσιμος
    • ασταθής
    3
  4. Ορισμός
    • Ένας όρος που αναφέρεται σε κάτι που μπορεί να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να εξαντληθεί ή να προκαλέσει βλάβη στο περιβάλλον.
    • Κάτι που μπορεί να υποστηριχθεί οικονομικά, κοινωνικά ή περιβαλλοντικά για μεγάλο χρονικό διάστημα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η βιώσιμη ανάπτυξη στοχεύει στην ισορροπία μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και περιβαλλοντικής προστασίας.
    • Η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι βασικό στοιχείο μιας βιώσιμης πολιτικής.
    2