Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
βλέπομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
προβλέπομαι
-
έπομαι
-
βλέπεται
-
βλέπουμε
-
βλέπω
-
ντρέπομαι
)
Συνώνυμα
φαίνομαι
εμφανίζομαι
προβάλλομαι
3
Αντώνυμα
κρύβομαι
εξαφανίζομαι
αφανίζομαι
3
Ορισμός
Εμφανίζομαι σε κάποιον, γίνομαι ορατός.
Παριστάνομαι, δίνω την εντύπωση ότι είμαι κάτι που δεν είμαι.
2
Παραδείγματα
Στο καθρέφτη βλέπομαι πολύ κουρασμένος σήμερα.
Στην ταινία, ο ηθοποιός βλέπεται σαν τον ήρωα, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετικός.
2