Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
βραστήρας (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αντιδραστήρας
-
σιγαστήρας
-
βραστός
)
Συνώνυμα
καζάνι
χύτρα
δοχείο βρασμού
3
Αντώνυμα
ψυγείο
καταψύκτης
2
Ορισμός
Σκεύος που χρησιμοποιείται για το βράσιμο νερού ή άλλων υγρών.
Συσκευή που θερμαίνει νερό ή άλλα υγρά σε υψηλή θερμοκρασία.
2
Παραδείγματα
Ο βραστήρας βράζει το νερό γρήγορα για το τσάι.
Χρησιμοποίησα τον βραστήρα για να ετοιμάσω ζεστό νερό για τον καφέ.
2