Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
βροχερός (επίθετο) - (παρόμοια:
βρομερός
-
βρωμερός
-
βροχή
)
Συνώνυμα
υγρός
βρεγμένος
διαβρεγμένος
3
Αντώνυμα
ξηρός
άνυδρος
2
Ορισμός
που σχετίζεται με τη βροχή ή είναι γεμάτος βροχή
που έχει επηρεαστεί από τη βροχή
που θυμίζει βροχή
3
Παραδείγματα
Ο καιρός ήταν πολύ βροχερός σήμερα.
Ο δρόμος ήταν βροχερός μετά τη νύχτα.
Ένα βροχερό απόγευμα στο χωριό.
3