Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
γραμμή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
γραμμα
-
γραμματίο
-
γραμμάριο
-
γραμμένος
-
γραμμαρίου
-
γραμματική
-
γραμματέας
-
αερογραμμή
-
γραμματεία
-
γραμμόφωνο
-
ακτογραμμή
)
Συνώνυμα
γραμμικό
γραμμωτό
γραμμικότητα
3
Αντώνυμα
κύκλος
σφαιρικό
στρογγυλό
3
Ορισμός
Μια ευθεία ή καμπύλη που σχηματίζεται από μια σειρά σημείων που ακολουθούν μια συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Μια σειρά από λέξεις ή σύμβολα που σχηματίζουν ένα κείμενο ή μια πρόταση.
Μια σειρά από ανθρώπους ή αντικείμενα που βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο.
3
Παραδείγματα
Η γραμμή του ορίζοντα φαίνεται πολύ μακριά.
Σχεδίασε μια ευθεία γραμμή στο χαρτί.
Οι μαθητές σχημάτισαν μια γραμμή για να μπουν στην τάξη.
3