Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
δεξιότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
επιδεξιότητα
-
δεξιός
-
δημοσιότητα
-
ποιότητα
-
αγιότητα
-
ιδιότητα
)
Συνώνυμα
επιδεξιότητα
ικανότητα
εξειδίκευση
3
Αντώνυμα
αδεξιότητα
ανικανότητα
απειρία
3
Ορισμός
η ικανότητα να εκτελεί κανείς μια ενέργεια με ακρίβεια και ευκολία
η ευχέρεια και η ταχύτητα στην εκτέλεση μιας δραστηριότητας
2
Παραδείγματα
Η δεξιότητά του στα μαθηματικά τον έκανε να ξεχωρίσει.
Η δεξιότητα της μηχανικής απαιτεί πολλή εξάσκηση.
2