Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διαβίωση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
διαβεβαίωση
-
αναβίωση
-
διατύπωση
-
διαδήλωση
)
Συνώνυμα
ζωή
επιβίωση
βίος
ύπαρξη
4
Αντώνυμα
θάνατος
αφανισμός
εξαφάνιση
3
Ορισμός
Η διαδικασία ή η κατάσταση του να ζει κάποιος ή κάτι.
Ο τρόπος ζωής ενός ατόμου ή μιας κοινωνίας.
Η ικανότητα να συνεχίζεται η ζωή υπό ορισμένες συνθήκες.
3
Παραδείγματα
Η διαβίωση στην πόλη είναι πιο ακριβή από την ύπαιθρο.
Οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης τους ανάγκασαν να μεταναστεύσουν.
Η ποιότητα διαβίωσης έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
3