1. Λέξη
    διαπερνώ (ρήμα) - (παρόμοια: διαπεράσω - περνώ - ξαναπερνώ)
  2. Συνώνυμα
    • διασχίζω
    • περάσω
    • διέρχομαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • σταματώ
    • ακινητοποιούμαι
    • μένω
    3
  4. Ορισμός
    • Περνώ μέσα από κάτι, διασχίζω.
    • Καταφέρνω να περάσω ένα εμπόδιο ή μια δυσκολία.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το φως διαπερνά το γυαλί.
    • Διαπερνά τις δυσκολίες με υπομονή.
    2