1. Λέξη
    διαστέλλομαι (ρήμα) - (παρόμοια: διασώζομαι - διαλύομαι)
  2. Συνώνυμα
    • διαχωρίζομαι
    • απομακρύνομαι
    • αποσπώμαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • πλησιάζω
    • ενώνω
    • συγκεντρώνομαι
    3
  4. Ορισμός
    • απομακρύνομαι ή αποσπώμαι από κάτι ή κάποιον
    • εξαπλώνομαι σε μεγαλύτερη έκταση ή χώρο
    • μεταφέρω ή επεκτείνω κάτι σε διαφορετικές κατευθύνσεις
    3
  5. Παραδείγματα
    • Οι δύο φίλοι διαστέλλονται όταν ο ένας μετακομίζει σε άλλη πόλη.
    • Το φως διαστέλλεται στο δωμάτιο, δίνοντας μια ζεστή ατμόσφαιρα.
    • Ο δάσκαλος διαστέλλει τις γνώσεις του στους μαθητές του.
    3