Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διασώζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
διαβάζομαι
-
σώζομαι
-
διαστέλλομαι
-
διαγωνίζομαι
-
διαλύομαι
-
δικάζομαι
-
διαχειρίζομαι
-
διορίζομαι
)
Συνώνυμα
διατηρούμαι
προστατεύομαι
σώζομαι
3
Αντώνυμα
καταστρέφομαι
χάνομαι
αφανίζομαι
3
Ορισμός
Παραμένω ασφαλής ή ανέπαφος από κίνδυνο ή ζημιά.
Επιβιώνω από μια δύσκολη κατάσταση ή κίνδυνο.
Διατηρώ την υγεία ή την ακεραιότητά μου.
3
Παραδείγματα
Χάρη στην ταχεία επέμβαση των πυροσβεστών, πολλά κτίρια διασώθηκαν από την πυρκαγιά.
Μετά το ατύχημα, ο οδηγός διασώθηκε χωρίς σοβαρά τραύματα.
Οι παλιές παράδοσες διασώζονται μέσα από τις αφηγήσεις των γερόντων.
3