Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διατριβή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
διατρέχω
-
διατροφή
-
τριβή
)
Συνώνυμα
μελέτη
έρευνα
πραγματεία
3
Αντώνυμα
συντομία
περίληψη
2
Ορισμός
Μεγάλη και λεπτομερής έγγραφη εργασία πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα, συνήθως ως μέρος ακαδημαϊκής διαδικασίας.
Εκτενής ανάλυση ή συζήτηση ενός θέματος.
2
Παραδείγματα
Η διατριβή του για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία του χάρισε το διδακτορικό του.
Έγραψε μια διατριβή σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
2