1. Λέξη
    εξωτερικό (επίθετο) - (παρόμοια: εξωτερικός - εσωτερικό - εσωτερικός - εξωτικός)
  2. Συνώνυμα
    • ξένο
    • αλλοδαπό
    • διεθνές
    3
  3. Αντώνυμα
    • εσωτερικό
    • εντός
    • τοπικό
    3
  4. Ορισμός
    • Αυτό που βρίσκεται ή συμβαίνει έξω από ένα συγκεκριμένο χώρο ή περιοχή.
    • Αυτό που αφορά άλλες χώρες ή πολιτισμούς, σε αντίθεση με τον δικό μας.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η εταιρεία έχει επενδύσεις στο εξωτερικό.
    • Τα εξωτερικά γεγονότα επηρέασαν την πολιτική κατάσταση της χώρας.
    2