Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επίγνωση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
επίπτωση
-
επίκπτωση
-
επανένωση
)
Συνώνυμα
κατανόηση
γνώση
συνείδηση
κατάληψη
4
Αντώνυμα
άγνοια
απροσεξία
ασυναίσθητο
3
Ορισμός
Η ικανότητα να κατανοείς ή να αντιλαμβάνεσαι κάτι με σαφήνεια.
Η γνώση ή η συνείδηση για μια κατάσταση ή γεγονός.
Η διαδικασία της απόκτησης γνώσης ή κατανόησης.
3
Παραδείγματα
Η επίγνωση των κινδύνων είναι σημαντική για την ασφάλεια.
Έδειξε μεγάλη επίγνωση των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η ομάδα.
Μέσα από τη συζήτηση, απέκτησε καλύτερη επίγνωση των δικών του συναισθημάτων.
3