1. Λέξη
    επιβίωση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: επιβεβαίωση - επιβίβαση - επικύρωση)
  2. Συνώνυμα
    • διαβίωση
    • επιζωή
    • αντοχή
    3
  3. Αντώνυμα
    • θάνατος
    • αφανισμός
    • εξαφάνιση
    3
  4. Ορισμός
    • Η ικανότητα ενός οργανισμού να συνεχίζει να ζει παρά τις δυσμενείς συνθήκες.
    • Η διαδικασία της παραμονής σε ζωή μετά από μια κρίσιμη κατάσταση ή απειλή.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η επιβίωση των ερπετών εξαρτάται από την ικανότητά τους να προσαρμόζονται στις αλλαγές του περιβάλλοντος.
    • Μετά την πυρκαγιά, η επιβίωση των κατοίκων ήταν το κύριο ζήτημα.
    2