Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επιβιβάζομαι (ρήμα) - (παρόμοια:
συμβιβάζομαι
-
επηρεάζομαι
-
εργάζομαι
)
Συνώνυμα
ανεβαίνω
επιβαίνω
μπαίνω
3
Αντώνυμα
κατεβαίνω
ξεπερνώ
βγαίνω
3
Ορισμός
να μπαίνω σε ένα όχημα, πλοίο ή αεροπλάνο
να ανεβαίνω σε κάτι, όπως σε ένα άλογο ή σε ένα ποδήλατο
2
Παραδείγματα
Επιβιβάστηκα στο λεωφορείο για να πάω στη δουλειά.
Οι επιβάτες επιβιβάζονται στο αεροπλάνο.
2