1. Λέξη
    επιλέξω (ρήμα) - (παρόμοια: επιλέγω - επιλύω)
  2. Συνώνυμα
    • διαλέξω
    • κατατάξω
    • προτιμήσω
    3
  3. Αντώνυμα
    • απορρίπτω
    • αποφεύγω
    • αποδοκιμάζω
    3
  4. Ορισμός
    • Επιλέγω σημαίνει να κάνω μια επιλογή μεταξύ διαφορετικών επιλογών ή δυνατοτήτων.
    • Επιλέγω μπορεί επίσης να σημαίνει να αποφασίζω για κάτι μετά από προσεκτική εξέταση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Θα επιλέξω το κόκκινο φόρεμα για το πάρτι.
    • Πρέπει να επιλέξεις ανάμεσα στην υγεία σου και την καριέρα σου.
    2