1. Λέξη
    επιμελητής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: επιμελής - επιμελώς - επιτηρητής - επιθεωρητής)
  2. Συνώνυμα
    • διαχειριστής
    • διοικητής
    • επόπτης
    • επιστάτης
    4
  3. Αντώνυμα
    • αμέλεια
    • απροσεξία
    2
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που επιβλέπει και διαχειρίζεται μια δραστηριότητα, μια ομάδα ή μια οργάνωση.
    • Υπεύθυνος για τη φροντίδα και τη συντήρηση ενός χώρου ή μιας συλλογής.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο επιμελητής του μουσείου ελέγχει την κατάσταση των εκθεμάτων.
    • Ο επιμελητής της έκθεσης φρόντισε για την ομαλή διεξαγωγή της.
    2