Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ευτυχής (επίθετο) - (παρόμοια:
πανευτυχής
-
ευτυχία
-
επιτυχής
-
ατυχής
)
Συνώνυμα
χαρούμενος
ευχαριστημένος
γενναιόδωρος
3
Αντώνυμα
δυστυχής
θλιμμένος
απογοητευμένος
3
Ορισμός
που χαίρεται, που είναι γεμάτος χαρά και ευτυχία
που δείχνει ή προκαλεί ευτυχία
που είναι ευνοημένος από την τύχη
3
Παραδείγματα
Ο παππούς μου είναι πολύ ευτυχής με τα εγγόνια του.
Μια ευτυχής στιγμή στη ζωή μου ήταν όταν πήρα το πτυχίο μου.
Η ευτυχής έκβαση της υπόθεσης μας έκανε όλους να χαμογελάσουν.
3