1. Λέξη
    επιτυχής (επίθετο) - (παρόμοια: επιτυχώς - επιτυχία - ευτυχής - επιτυχημένος)
  2. Συνώνυμα
    • κατορθωμένος
    • αποτελεσματικός
    • προκομμένος
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποτυχημένος
    • αναποφάσιστος
    • ατελής
    3
  4. Ορισμός
    • που έχει επιτύχει τους στόχους του ή έχει καλή απόδοση
    • που χαρακτηρίζεται από θετικά αποτελέσματα
    • που έχει φτάσει σε υψηλό επίπεδο επιτυχίας
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο επιτυχής επιχειρηματίας πέτυχε να επεκτείνει τη δουλειά του σε διεθνές επίπεδο.
    • Η ομάδα ήταν επιτυχής στην ολοκλήρωση του έργου πριν από την προθεσμία.
    • Μετά από πολλές προσπάθειες, έγινε επιτυχής στην καριέρα του.
    3