Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ζωτικό (επίθετο) - (παρόμοια:
ζωτικός
-
ξωτικό
-
ερωτικό
)
Συνώνυμα
απαραίτητο
αναγκαίο
ουσιώδες
3
Αντώνυμα
περιττό
μη απαραίτητο
επιφανειακό
3
Ορισμός
Αυτό που είναι απολύτως απαραίτητο για τη ζωή ή τη λειτουργία κάποιου πράγματος.
Αυτό που έχει μεγάλη σημασία ή αξία.
Αυτό που χαρακτηρίζεται από ενέργεια ή ζωντάνια.
3
Παραδείγματα
Το νερό είναι ζωτικό για όλους τους ζωντανούς οργανισμούς.
Η συμμετοχή του ήταν ζωτική για την επιτυχία του έργου.
Η παρουσία της έδωσε μια ζωτική ενέργεια στο δωμάτιο.
3