1. Λέξη
    ζωτικό (επίθετο) - (παρόμοια: ζωτικός - ξωτικό - ερωτικό)
  2. Συνώνυμα
    • απαραίτητο
    • αναγκαίο
    • ουσιώδες
    3
  3. Αντώνυμα
    • περιττό
    • μη απαραίτητο
    • επιφανειακό
    3
  4. Ορισμός
    • Αυτό που είναι απολύτως απαραίτητο για τη ζωή ή τη λειτουργία κάποιου πράγματος.
    • Αυτό που έχει μεγάλη σημασία ή αξία.
    • Αυτό που χαρακτηρίζεται από ενέργεια ή ζωντάνια.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Το νερό είναι ζωτικό για όλους τους ζωντανούς οργανισμούς.
    • Η συμμετοχή του ήταν ζωτική για την επιτυχία του έργου.
    • Η παρουσία της έδωσε μια ζωτική ενέργεια στο δωμάτιο.
    3