Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
θυγατρική (επίθετο) - (παρόμοια:
πατρική
-
ιατρική
-
θυγατέρα
)
Συνώνυμα
θυγατρικός
παρακλάδι
2
Αντώνυμα
μητρικός
κύριος
2
Ορισμός
που προέρχεται ή σχετίζεται με θυγατέρα
που αποτελεί παράγωγο ή υποκατάστατο
2
Παραδείγματα
Η θυγατρική εταιρεία λειτουργεί ανεξάρτητα από την μητρική.
Αυτό το προϊόν είναι μια θυγατρική γραμμή της κύριας σειράς.
2