Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ιατρική (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ιατρικός
-
ψυχιατρική
-
πατρική
-
παιδιατρική
-
θυγατρική
-
ιατρός
-
ιατροδικαστική
)
Συνώνυμα
ιατροσόφια
θεραπευτική
ιατρική τέχνη
3
Αντώνυμα
ασθένεια
πάθηση
2
Ορισμός
Η επιστήμη και η πρακτική που ασχολείται με τη διάγνωση, τη θεραπεία και την πρόληψη των ασθενειών.
Το σύνολο των μεθόδων και των τεχνικών που χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της υγείας.
2
Παραδείγματα
Η ιατρική έχει κάνει τεράστια βήματα τα τελευταία χρόνια.
Σπούδασε ιατρική στο πανεπιστήμιο και έγινε γιατρός.
2